προιει

προιει
    προΐει
    эп. 3 л. sing. praes. и impf. к προΐημι См. προιημι

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "προιει" в других словарях:

  • προίει — προίημι send forth pres imperat act 2nd sg προίει , προίημι send forth pres imperat act 2nd sg προί̱ει , προίημι send forth imperf ind act 3rd sg (attic epic) προίει , προίημι send forth imperf ind act 3rd sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προΐημι — Α [ἵημι] 1. αποστέλλω κάποιον εκ τών προτέρων ή στέλνω κάτι από πριν («αἶψα δ’ ἐπ Αἴαντα προΐεις κήρυκα θοώτην», Ομ. Ιλ.) 2. αφήνω κάποιον να πάει κάπου («Μαίον ἄρα προέηκε, θεῶν τετράεσσι πιθήσας», Ομ. Ιλ.) 3. αφήνω κάτι να πέσει («πηδάλιον ἐκ… …   Dictionary of Greek

  • TITARESIUS vulgo TITARESO — TITARESIUS, vulgo TITARESO Hesach. Τιταρήσιος, ποταμὸς Η᾿πείρου. Ubi Gramaticus alias longe doctissimus suam in Geographicis inscitiam prodit: est enim Pieriae et Theslaliae fluvius, apud Pharsalum urbem fluens, longe ab Epiro. Sed fefellit cum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • δεύτερος — η, ο και δεύτερος, δευτέρα, ο (AM δεύτερος, α, ον) Ι. 1. αυτός που φθάνει, έρχεται ή γίνεται αμέσως μετά τον πρώτο (σε διαδοχή χρόνου) (α. «τερμάτισε δεύτερος» β. «γεννήθηκε δεύτερος» γ. «δεύτερος αὖ προΐει ἔγχος» έσυρε δεύτερος το ξίφος) 2.… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»